- ὑποβιβάζεται
- ὑποβιβάζωdrawpres ind mp 3rd sgὑποβιβάζωdrawpres ind mp 3rd sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
εκπομπή — Η παραγωγή και η εξαπόλυση ενέργειας από κάποια πηγή· η μετάδοση προγράμματος από ραδιοφωνικό ή τηλεοπτικό πομπό. ε. ακτινοβολίας. Ε. ακτινοβόλου ενέργειας, που μεταδίδεται με ηλεκτρομαγνητικά κύματα. Προέρχεται από ηλεκτρικά φορτία και οφείλεται … Dictionary of Greek
κακό — (Φιλοσ.). Φιλοσοφική έννοια που έχει προσλάβει πάρα πολλές σημασίες, ακόμα και αναφορικά με το πλήθος των σημασιών που αποδίδονται στο αντίθετό του, το καλό. Σύμφωνα με τους νεοπλατωνικούς φιλοσόφους, το κ., είναι στέρηση και έλλειψη, δεν… … Dictionary of Greek
περισκόπιο — Οπτικό όργανο το οποίο χρησιμοποιείται κυρίως για πολεμικούς σκοπούς, που επιτρέπει σε ένα παρατηρητή που βρίσκεται χαμηλότερα από τον αντικειμενικό, να εξερευνά το εξωτερικό περιβάλλον. Τους πρώτους τύπους π. επινόησαν μελετητές διάφορων χωρών… … Dictionary of Greek
ραδιοηλεκτρολογία — Τεχνική που επιτρέπει τη μετάδοση μηνυμάτων, ήχων ή εικόνων σε μεγάλη απόσταση με τη βοήθεια των ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων. Η ρ. είναι συλλογικό έργο, οφείλεται δε σε εφευρέτες επιστήμονες και τεχνικούς, που ανήκουν σε διάφορα έθνη. Το 1845 ο Μ.… … Dictionary of Greek
σταθερός — ή, ό / σταθερός, ά, όν, ΝΜΑ, θηλ. και ά, Ν, και σταθηρός, ά, όν και ιων. τ. θηλ. ή, Α 1. αυτός που στέκεται στερεά, ευσταθής, αμετακίνητος (α. «σταθερό έδαφος» β. «σταθερό κτήριο» γ. «σταθερά γαῑα», Οππ.) 2. (κυριολ. και μτφ.) αμετάβλητος (α.… … Dictionary of Greek
Άγνι — Θεότητα της βεδικής θρησκείας, προσωποποίηση της φωτιάς σε κάθε εκδήλωσή της (φωτιάς του βωμού, αστραπής, κεραυνού κλπ.). Επειδή η φωτιά είναι ορατή από τους ανθρώπους, ο Ά. θεωρήθηκε ότι μεταφέρει τα μηνύματα των ανθρώπων προς τους θεούς. Οι… … Dictionary of Greek